Κάστρο Λαμίας
Το Κάστρο της Λαμίας στην κορυφή ενός βραχώδους λόφου, δεσπόζει και ελέγχει την κοιλάδα του Σπερχειού μέχρι τον Μαλιακό κόλπο και το πέρασμα που οδηγεί δια μέσου της ΄Οθρυος στην Θεσσαλία. Το μέσον του κεντρικού πλατώματός του καταλαμβάνει ο οθωνικός στρατώνας, στον οποίο στεγάζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο Λαμίας. Πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες εντός των τειχών της ακρόπολης απέδειξαν ότι η θέση κατοικούνταν τουλάχιστον από την εποχή του Χαλκού (2800-1100 π.Χ.) και ιδιαίτερα κατά την Μυκηναϊκή Περίοδο. Η ακρόπολη αποτελούσε το κέντρο του αμυντικού συστήματος της Λαμίας κατά την Κλασική/Ελληνιστική περίοδο και συνδεόταν με τα τείχη της κάτω πόλης. Το αρχαίο τείχος διατηρείται σε όλη του την έκταση σε πολύ καλή κατάσταση λόγω της συνεχούς χρήσης και των διαδοχικών επισκευών. Ο σωζόμενος οχυρωματικός περίβολος έχει κάτοψη τριγωνική και περίμετρο που φτάνει τα 600μ. και το ύψος του ποικίλει φτάνοντας στη ΒΔ γωνία τα 13 μέτρα. Το πάχος της τοιχοποιίας είναι κατά μέσο όρο 1,35μ. και απολήγει σε οδοντωτές επάλξεις. Το Κάστρο έχει δυο πύλες, μια στα ΝΑ, τη λεγόμενη και "σιδηρά πύλη", μέσω της οποίας επικοινωνούσε με την κάτω πόλη και μια στα ΒΑ που οδηγούσε προς την Όρθρυ. Ενισχυτικοί πύργοι υψώνονται κοντά στις πύλες, στις γωνίες του τείχους και σε όλα τα ασθενή για την άμυνα σημεία. Εσωτερικά ο χώρος διαιρούνταν με δυο εγκάρσιους τοίχους σε τρία μέρη. Το βόρειο τμήμα (ακροπύργιο) βρίσκεται ψηλότερα και χρησίμευε ως το έσχατο καταφύγιο των υπερασπιστών του Κάστρου. Το αρχαιότερο τμήμα του περιβόλου της είναι κτισμένο κατά το πολυγωνικό σύστημα και χρονολογείται στα τέλη του 5ου αι. π.Χ., όταν η Λαμία έγινε πρωτεύουσα του κράτους των Μαλιέων και γνώρισε σημαντική άνθιση από το 413 π.Χ.. Στη βάση του ΒΔ πύργου απαντά ισόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης που μπορεί να χρονολογηθεί από τα τέλη του 5ου ως τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Ισόδομο ορθογώνιο σύστημα απαντά σε αρκετά άλλα σημεία της βάσης του τείχους. Παραμένει αβέβαιο αν υπήρξε κάποια ανακαίνιση του τείχους στην εποχή του Ιουστινιανού. Τα τμήματα αργολιθοδομής με ενδιάμεση χρήση συνδετικού κονιάματος και κεραμιδιών ανήκουν σε επισκευές πιθανόν των βυζαντινών χρόνων, αλλά επίσης των Φράγκων και των Καταλανών. Το πλάτωμα της ΝΔ γωνίας χρησίμευε στο Μεσαίωνα ως προμαχώνας και διέθετε δεξαμενή. Νέες συμπληρώσεις και επισκευές πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.
Η πόλη της Λαμίας μετά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. τέθηκε κάτω από την κυριαρχία του Φιλίππου Β΄. Το 302 π.Χ. απελευθερώθηκε από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή και μέχρι την κατάληψή της από τους Ρωμαίους παρέμεινε κάτω από την επιρροή των Θεσσαλών και των Αιτωλών. Κατά τον Λαμιακό πόλεμο (323/22 π.Χ.) ο στρατηγός των Αθηναίων Λεωσθένης σκοτώθηκε έξω από τα τείχη της Λαμίας ενώ πολιορκούσε τους Μακεδόνες που υπερασπίζονταν την Λαμία. Το 190 π.Χ. ο ύπατος Μάνιος Ακίλιος Γλαβρίων κατέλαβε και λεηλάτησε άγρια την πόλη. Τον 13ο και 14ο αι. πέρασε διαδοχικά στα χέρια των ξένων κατακτητών του Μεσαίωνα, Φράγκων και Καταλανών και πήρε την ονομασία «Κάστρο». Το 1446 κατελήφθη οριστικά από τους Τούρκους και παρέμεινε στην κατοχή τους μέχρι την απελευθέρωση της Λαμίας το 1833. Την εποχή του Όθωνα κτίστηκε στο κεντρικό πλάτωμα στρατώνας για τις ανάγκες των παραμεθορίων δυνάμεων. Από το 1884 μέχρι και το Β΄ Παγκόσμιο Πολέμο το Κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας. Το 1973 ο χώρος παραδόθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Υπουργείο Πολιτισμού και το 1984 ο Δήμος της Λαμίας ανέλαβε την ανάπλασή του και την επισκευή του στρατώνα, με σκοπό τη στέγαση εκεί του Αρχαιολογικού Μουσείου της πόλης.
Βρίσκεται στην οδό Μελίνας Μερκούρη με κατεύθυνση ανατολικά.